Εφημερίς που την γράφει ο Σουρής. Αθήνα, 2 Απρ. 1883 — 13 Αυγ.1883 και 23 Ιουν. 1884 -17 Νοε. 1918, αρ. φ. 1-1442. Ιδιοκτήτης — διευθυντής: Γεώργιος *Σουρής. Εβδομαδιαία (Σάββατο), έμμετρη , τετρασέλιδη, διαστάσεων 32,5à—23 εκ., δεν εκδιδόταν κατά τους θερινούς μήνες. Τιμή φύλλου: αρχικά 5 λεπτά και αργότερα 10 λεπτά. Δεν είχε συνδρομητές: «Ο Ρωμηός την εβδομάδα μόνο μια φορά θα βγαίνη / κι όταν έχω εξυπνάδα —γιατί δεν τους ανέχομαι, / κι όσα φύλλα κι αν κρατής —δεν περνάς συνδρομητής. / Δεν έχουμε τεφτέρια —όπως πριν και ντραβιέρα. / Γράμματα και πληρωμαί —αποστέλλονται σ’ έμέ, /Μεσ’ των φόρων την αντάρα —κι ο Ρωμηός μας μια δεκάρα. / Κι ας την δίνη όποιος θέλει —ειδ’ αλλέως δεν μας μέλει». Τυπωνόνταν στο τυπογραφείο «Κορρίνης» .
Ο Γεώργιος Σουρής ήταν ο δημιουργός και ο επί 30 χρόνια μοναδικός συντάκτης της εφημερίδας που αποτελεί αναμφισβήτητα ένα φαινόμενα για τα ελληνικά γράμματα και την ελληνική δημοσιογραφία. Η μακροβιότητα και η τεράστια απήχησή της, και μάλιστα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, οφειλόταν αφενός στη στιχουργική ικανότητα του δημιουργού της αλλά και στο ταλέντο του να βρίσκει το σφυγμό του μεγάλου κοινού και να προσαρμόζεται στη νοοτροπία του «μέσου Έλληνα». Η διαφορά του με τους άλλους σατιρικούς ποιητές ήταν ότι το γέλιο —ή έστω το μειδίαμα— δεν αποτελούσε το μέσο για την άσκηση κριτικής αλλά τον ίδιο το σκοπό του.
Η εφημερίδα οφείλει τον τίτλο της στον Γεώργιο *Δροσίνη και τον λογότυπό της στον Θέμο *Άννινο. Στη σύνταξη των πρώτων φύλλων της συνεργάστηκαν ο Ιωάννης Πολέμης και ο Δημήτρης Κόκκος. Γρήγορα όμως ο Σουρής συνέχισε μόνος την έμμετρη σύνταξη της εφημερίδας , η οποία έγινε αμέσως γνωστή και η μεγάλη κυκλοφορία της παρέμεινε αμείωτη καθ’ όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης έκδοσής της. Κυρίως μέσα από τους διαλόγους του «Φασουλή» και του «Περικλέτου», καταγράφονταν τα σημαντικότερα πολιτικά αλλά και τα κοινωνικά γεγονότα της εβδομάδας, γραμμένα και σχολιασμένα με ευτράπελο τρόπο. Κεντρική μορφή της έμμετρης αρθρογραφίας της ήταν ο «Φασουλής», ο οποίος συγκεντρώνει όλα τα ελαττώματα και τα προτερήματα του μέσου Έλληνα: είναι αντιφατικός, ενθουσιώδης, εγωιστής, επιπόλαιος, πολυπράγμων, αδιάφορος, αλλά και έξυπνος, κοροϊδευτής των πάντων, άξιος να κάνει ο ίδιος αυτά που κατηγορεί. Ο «Περικλέτος», πιο αισιόδοξος αλλά και πιο πρακτικός, μιλάει πολύ λιγότερο από τον «Φασουλή» και χρησιμεύει κυρίως για να κρατάει την ισορροπία του διαλόγου ο οποίος όμως τις περισσότερες φορές καταλήγει στην απώλεια της ψυχραιμίας του «Περικλέτου» και στον ξυλοδαρμό του «Φασουλή». Στην τρίτη σελίδα δημοσιευόταν συνήθως μία γελοιογραφία, την οποία στην αρχή φιλοτεχνούσε ο Θέμος Άννινος και αργότερα οι Δημήτριος *Γαλάνης , Γεώργιος Ροϊλός και σε μερικά φύλλα οι Στέφανος *Ξενόπουλος , Σπυρίδων Βανδώρος, Ηλίας *Κουμετάκης κ.ά.
Η ανάδειξη της ιδεολογικής ταυτότητάς της είναι σχεδόν αδύνατη εξαιτίας των συνεχών αντιφάσεών της απέναντι σε όλα τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Οι ανακολουθίες της, η ικανότητα του συντάκτη της να καθιστά το ίνδαλμα της μιας στιγμής αντικείμενο χλεύης την επόμενη, οφείλονται στην επιθυμία του να προσαρμοστεί στις στιγμιαίες παρορμήσεις και αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Έτσι η διάθεση του να συμβαδίσει με τα γούστα του μεγάλου κοινού, σε συνδυασμό με την αναζήτηση της στιχουργικής ευκολίας για να επιτευχθεί το μέτρο και η ομοιοκαταληξία, δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο την εξαγωγή συμπερασμάτων για τους πολιτικούς προσανατολισμούς της εφημερίδας. Παρά το γεγονός ότι κυκλοφόρησε την εποχή της γέννησης του ελληνικού δικομματισμού και των έντονων πολιτικών αντιπαραθέσεων, οι οποίες αργότερα και μέχρι το τέλος της έκδοσής του έγιναν ακόμα πιο έντονες, κατάφερνε πάντα να αποσπά αναγνώστες και από τους δύο μεγάλους συνασπισμούςË™ δεν ταυτίστηκε στη συνείδηση των αναγνωστών του ούτε με τον Τρικούπη ούτε με τον Δηλιγιάννη. Δεν κατάφερε όμως αργότερα να αποφύγει τον χαρακτηρισμό της ως βενιζελικής, ενώ δεν θεωρήθηκε οπαδός ή πολέμιος της μοναρχίας.
Αν και αναγνωρίστηκε από το σύνολο σχεδόν των συγχρόνων της δέχθηκε τη σκληρή κριτική των επόμενων γενεών. Η πρώτη μεγάλη επίθεση εναντίον της έγινε ωστόσο πολύ πριν το θάνατο του Σουρή και την οριστική διακοπή της, από τον γνωστό δημοτικιστή φιλόλογο και λογοτέχνη Γιάννη Ψυχάρη, ο οποίος κατηγόρησε τον δημιουργό και συντάκτη της —εκτός από τη μικτή γλώσσα του — και για την έλλειψη θέσεων και απόψεων. Μετά το θάνατό του ο Σουρής και η εφημερίδα του περιφρονήθηκαν από τους μεταγενέστερους, οι οποίοι θεώρησαν τον Ρωμηό ως κατεξοχήν προϊόν της «αντιπνευματικής» κοινωνίας που επιθυμούσε να αποκοιμίζεται με λόγια χωρίς να επιθυμεί καινούριες αναζητήσεις. Η επανέκδοση όλων των φύλλων του Ρωμηού στα τέλη της δεκαετίας του 1960 σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία στην οποία οφείλεται η επιβίωση της φήμης του έως τις μέρες μας.
ΛΙΝΑ ΛΟΥΒΗ, Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου, 1784-1974, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα, 2008